
με τη μάνα του πάντοτε είχε μια σχέση ιδιαίτερη. μπορώ να πω πως οι δυο τους ήτανε σχεδόν φίλοι. από μικρό παιδάκι, θυμάται, καθόντουσαν μαζί και συζητούσανε ώρες πολλές για τα πιο περίεργα πράγματα. και όταν βαριότανε και το μόνο που ήθελε ήταν να παίξει αλλά κανείς δεν του έδινε σημασία, αυτή καθότανε μαζί του υπομονετικά και του αφιέρωνε το χρόνο το δικό της, πλάθοντας μαζί του χιλιάδες ιστορίες με χιλιάδες διαφορετικές συνθήκες - εντάξει, αυτός είχε ένα κόλλημα με τις ιστορίες με τους δεινόσαυρους ή με ζώα, οπότε το παιχνίδι περιστρεφόταν συνήθως γύρω από τέτοια θέματα. αλλά ακόμα και όταν ούτε η μάνα του δεν μπορούσε, δεν είχε χρόνο να ασχοληθεί μαζί του, αυτός συνέχιζε να πλάθει ιστορίες με τη φαντασία του και να μεταφέρεται νοητά στην προ'ι'στορική εποχή, παρακολουθώντας τις αιματηρές μάχες των εξαφανισμένων πια ζώων και την συνεχή προσπάθειά τους γα επιβίωση. και ταυτόχρονα, διακτινιζόταν στο σήμερα παίρνοντας τη μορφή ενός εξερευνητή σε αναζήτηση σκελετών και υπολειμάτων προ'ι'στορικών μορφών ζωής, δρέποντας τις δάφνες των ανακαλύψεών του. θυμάται ακόμα και γελάει, καταστάσεις όπως τότε σε εκείνο το καμπινγκ που είχε πάει με τους γονείς του (θα ήταν 6-7 χρονών), που τα βράδια μια αλεπού έβγαινε σεργιάνι και έτρωγε τα τρόφιμα όσων κατασκηνωτών είχαν κάνει τη βλακεία να τα ξεχάσουν έξω από τη σκηνή τους. θυμάται που είχαν συννενοηθει με τη μάνα του να την παρακολουθήσουν για να την τσακώσουν, και από την αγωνία του δεν είχε κλείσει μάτι, και που στη φαντασία του η αλεπού είχε μεταμορφωθεί σε αδηφάγο προ'ί'στορικό τέρας που καταβρόχθιζε τα πάντα στο πέρασμά του και που ακόμα και όταν την είδε στις τρεις τα χαράματα να σουλατσάρει αισθάνθηκε ότι είχε μεταφερθεί στο παρελθόν.
τα θυμάται όλα αυτά τώρα, μετά από 38 χρόνια ακουμπισμένος στο κούφωμα της μπαλκονόπορτας, που κοιτώντας έξω δεν βλέπει πια εκεί πέρα μακριά τυρανόσαυρους να μάχονται, πτερόσαυρους (έτσι δεν λέγονται αυτοι;) να σκίζουν τον αέρα με τα τεράστια φτερά τους ψάχνοντας για υποψήφιο θήραμα, ογκώδεις δεινοσούχους να κολυμπάνε αγέρωχα στα νερά του ποταμου..
*
αν που και που
ματώναμε και πάλι τα γόνατά μας
φωνάζοντας και τρέχοντας με όλη μας τη δύναμη
στη χωμάτινη αλάνα,
ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά...
*( αυτό είναι ενός φίλου)