DAYS OF DARKNESS

Μουζικα

Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

the final waltz



ο χρόνος τα δίνει και τα παίρνει όλα. κάθε στιγμή. μας πιάνει από τον ώμο, χαμογελάει τρυφερά, μας χαϊδεύει τα μαλλιά και φεύγει. για αλλού. και όμως νιώθουμε πως πάντα θα είναι εδώ. και ας έχει φύγει για πάντα. για πάντα. τι άχρηστη έκφραση... άνευ σημασίας και ύπαρξης. μια από τις τόσες πολλές που έχουμε τοποθετήσει στο λεξιλόγιό μας για να μπορούμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και να αισθανόμαστε αισιόδοξοι. για να έχουμε τη δυνατότητα να ελπίζουμε στο αδύνατο. και έτσι, οι πειρατές των παιδικών μας χρόνων απόμειναν μονάχοι να ξύνουν τη σκουριά από το γάντζο τους, χωρίς πλοίο, χωρίς παπαγάλο, χωρίς ρούμι, χωρίς λιμάνι. ναυαγοί σε έναν κόσμο άγνωστο, πολύβουο και αδιάφορο. μεγάλωσαν τα γένια μας, η ψυχή μας αλλιώτεψε; είμαστε όλα αυτά που κουβαλάμε κάθε μέρα αν και κανείς μας δεν γεννήθηκε χαμάλης. (δεν) ζήσαμε σε στενά δρομάκια να φτύνουμε όνειρα, (δεν) κυλιστήκαμε σε λάσπες και χορτάρια, (δεν) αναπνεύσαμε έρωτες σε φωτισμένες πλατείες, (δεν) τραγουδήσαμε ουρλιάζοντας επιθυμίες, (δεν) αντικρύσαμε ηλιοβασιλέματα και ανατολές με κομμένη την ανάσα, (δεν) μεθύσαμε, (δεν) γίναμε ένα με το πάτωμα να ξερνάμε λέξεις. και μετά ήρθε ο χρόνος. και κάπου εκεί η σαιζόν τέλειωσε. ο διαχειριστής ζήτησε τα κοινόχρηστα και ο ιδιοκτήτητης απείλησε με έξωση. και εμείς άνεργοι, άφραγκοι και μόνοι. όλα κανονικά.








υποκλίνομαι και χαιρετώ.








να πεθάνω ήταν κρίμα
και έκανα το ψευτοθύμα...

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

days of darkness 3









ούτε

και

σήμερα

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

days of darkness 2


αγόρασα ένα μεγάλο μαχαίρι. με φαρδιά και οδοντωτή λάμα. πολύ ωραίο μαχαίρι. το έβαλα κάτω από το μαξιλάρι μου. περιμένω. την αϋπνία. ώρα της είναι. της την έχω στημένη. ζω για την στιγμή που θα ανοίξει την πόρτα και θα μπει στο δωμάτιο. θα την αφήσω να με πλησιάσει. να κάτσει δίπλα μου. να απλώσει τα χέρια της και να με αγκαλιάσει. και τότε θα καρφώσω το μαχαίρι μου στο λαιμό της. πολλές φορές. να δω να πετάγεται το αίμα της. να τη δω να σπαρταράει στο πάτωμα. να ουρλιάζει από τον πόνο. να φωνάζει πως δεν φταίει αυτή. πως κάνει τη δουλειά της. πως ακολουθεί τις διαταγές που της έχω δώσει. και εγώ θα γελάω. δυνατά. μέσα στα μούτρα της. και θα μπήγω το μαχαίρι όλο και πιο δυνατά. μέχρι να κοπεί όλος ο λαιμός της. και το πάτωμα να έχει γίνει μια λίμνη από αίμα. κατακόκκινο. να τσαλαβουτάω μέσα του. ύστερα θα πάρω το κομμένο κεφάλι και θα το γδάρω. θα φορέσω το σκαλπ της και θα πέσω για ύπνο. ίσως έτσι να δω όμορφα όνειρα. ίσως έτσι να νιώσω. κάτι. όμορφο.







έλα. σε περιμένω.

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010

days of darkness


δαίμονες. φαντάσματα. αποκεφαλισμένα. σέρνουν τις αλυσίδες τους. ανατριχιαστικοί θόρυβοι στον πάνω όροφο. η πόρτα πίσω μου κλείνει με πάταγο. μόνος. στο ημίφως. ακίνητος. γύρω μου αχνό σκοτάδι. σκόνη παντού. στέκομαι. ακίνητος. αφουγκράζομαι την ανάσα μου. ακούω(;). σκέψεις. πολλές. άπειρες. διαπερνάνε το μυαλό μου με ταχύτητα ασύλληπτη. στριφογυρίζει. αυτό το μέσα στο κεφάλι μου. παύση. ένα βήμα. δεύτερο. φόβος. τρομαχτικός. ανάσες. άδειος. ο χώρος. τρίτο βήμα. σανίδι. έτριξε. δυνατά. ανάβω σπίρτο. ξαφνικά. θόρυβος. απόκοσμος. χιλιάδες νυχτερίδες ορμάνε πάνω μου. θέλουν να φύγουν (και αυτές). πάνω μου. στα μαλλιά μου. στα ρούχα μου. γαμημένες. γαμωνυχτερίδες. πιάνω μία. της κόβω το κεφάλι με τα δόντια μου (είμαι ατρόμητος εγώ). το αίμα πετάγεται. παντού. τρελαίνονται. οι άλλες. φεύγουν. κρύβονται. αίμα στο πρόσωπό μου. στα ρούχα μου. στάζει από το πηγούνι μου. χαμογελάω. καριόλες.

Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2010

που κάθονται στην ακροθαλασσιά ακίνητοι για ώρες. που μια χαραυγή τους γεμίζει πληγές. που ένα τραγούδι δεν φτάνει να γεμίσει το κενό εκεί λίγο πιο κάτω. που πίνουν τα βράδια μέχρι θανάτου. που πλένουν τα πιάτα στις τρεις το πρωί. που τα ακουστικά έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στα αυτιά τους. που αν ψάξεις μέσα στα μάτια τους θα διακρίνεις αυτό το σκοτεινό βάθος. που χαμογελάνε ειρωνικά στον καθρέφτη. που ο χειμώνας φωλιάζει στα ακροδάχτυλά τους. που κρύβονται όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν. που πνίγουν το δάκρυ στη διαδρομή. που κλέβουν τις στιγμές των άλλων. που η ευαισθησία τους σκαρφαλώνει στα κατσάβραχα. που δεν χωράνε σε αυτό το μέρος που κάποιοι ονομάζουν σώμα.

που.



αυτοί.







οι απόντες.

Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

ο χρόνος ορμητικό ποτάμι

και εγώ κάθομαι στην όχθη

και ψαρεύω

με καλάμι παιδικό














Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2010


ήρθα σήμερα
την ώρα που εσύ δεν φάνηκες
οι άνθρωποι τελικά ήταν οι ίδιοι
καμία εξέλιξη
άλλωστε δεν περίμενα κάτι τέτοιο
πίστευα όμως
λάθος
θα ήθελα
να έκανες τη διαφορά
όχι από κάποιο καπρίτσιο μου
απλά
για να ομορφύνει
αυτή η αόρατη καταχνιά της κυριακής
έστω και για λίγο



ναι αυτό ήθελα

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010


τι να αναρωτιούνται οι ψυχές μας αυτή την ώρα που τα περβάζια δακρύζουν και η φύση έξω χειροκροτάει; άδειασαν τα ράφια της βιβλιοθήκης και στη ντουλάπα έμειναν μόνο ένα πιστόλι και ένα σπαθί. farewell to arms. θα μείνουν μόνα τους, θα σκονιστούν καταλλήλως μέχρι ο επόμενος να τα πετάξει σε κάποιον κάδο. εκτός αν τα χρειαστείς και τα πάρεις μαζί σου. λάθος. αν νιώσεις την ανάγκη πως τά χρειάζεσαι ξέχνα το. δεν είναι φτιαγμένα για να τα χρειάζεσαι. αυτά χρειάζονται εσένα. η ψυχή να βγάζει φωτιές και να χαίρεται με ένα χαμόγελο από απόσταση μισού μέτρου. άρπαξέ τα και κράτησέ τα γερά. να ρωτήσεις. να μάθεις. να πάρεις τηλέφωνο. ίσως έτσι να συνεισφέρεις λίγο σε αυτό που λέγεται ζωή. σου. και ίσως, λέμε τώρα, όταν θα ανοίγεις τα μάτια σου να μην αισθάνεσαι μόνος, αλλά να σου χαϊδεύει μια αύρα τα μαλλιά. μόνος. και για να έχουμε καλό ερώτημα, τι είναι η μοναξιά; κάποτε είχες βρει την απάντηση. έτσι νόμιζες. μα αυτή τη στιγμή που η τρομπέτα σκορπάει βρώμικες αναθυμιάσεις, θα ήθελες. περίεργο δεν είναι αυτό το σχήμα; ένα μέλλον και ένα παρελθόν μαζί να σχηματίζουν μια προσμονή σε συσκευασία. χα!

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010





ούτε ίχνος

Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

Good night, sleep tight..

μια ολοφώτιστη νύχτα του ιουλίου σε πρωτοείδα
έμεινα να σε κοιτάζω θαμπωμένος
μου κράτησες καλή συντροφιά εκείνο το βράδυ
πάνω στο κατάστρωμα ξαπλωμένος
σε κοιτούσα και χαμογελούσα
και πολλές νύχτες μετά
έμενες μαζί μου στα ξενύχτια μου
μου έπαιζες μουσική με νότες απόκοσμες
και εγώ σου διάβαζα
την ιστορία του γάτου που έμαθε σε ένα γλάρο να πετάει
μετά χάθηκες
για λίγο
και μια νύχτα ξαναφάνηκες
μου έπαιξες λυπημένες μουσικές
και εγώ δεν βρήκα κάτι να σου διαβάσω
μα επέμενες ακόμη
και εγώ σε κατηγόρησα
ξαναχάθηκες
η αλήθεια είναι πως σε περίμενα
να ξαναέρθεις
αλλά δεν φάνηκες
ίσως κουράστηκες
ίσως να αποκοιμήθηκες
στην αγκαλιά κάποιου σύννεφου


ξέρεις κάτι;
ποτέ δεν κατάλαβα
αν υπήρξες πραγματικά
ή αν ήσουν δημιούργημα της φαντασίας μου


καληνύχτα λοιπόν
αν ποτέ θελήσεις να περάσεις
μη χτυπήσεις
θα είναι ανοιχτά


καληνύχτα

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ (στείλε τον τραγουδιστή στο διάολο)


όλα εδώ πληρώνονται

γιατί αν όχι εδώ τότε που αλλού; και αν έχεις λεφτά πάει καλά. πληρώνεις και σου μένουν και να φας. αλλιώς τρως τα πετσάκια σου και κάνεις τουμπεκί. και όχι ψιλοκομμένο. γεύση από άθλια αδυναμία και έρχεται και χειμώνας. να φορέσεις τα μάλλινά σου γάντια και να ρίχνεις μπουκέτα στους τοίχους. μην ξεχάσεις όμως τον εαυτό σου. και να κόψεις τα συρματοπλέγματα, λένε, να μην γίνουν κλουβιά και απομείνεις μόνος σου. κουτσομπόληδες. θα μεγαλώσει το κλουβί, λες εσύ, θα γίνει από αυτά που ούτε οι καρχαρίες τα πλησιάζουν. αυτά τα ηλεκτροφόρα. και να μείνεις μέσα. να σε καμαρώνεις. φθινόπωρο κακό. φτηνόπωρο (που λέει και μια ψυχή). βόλτες με αδέξιες κινήσεις. αδέξια και άχαρα τα χέρια, ούτε στις τσέπες σου χωράνε.


στο διάολο.

Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

7. ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ


πολλές φορές είναι έτσι. κάποιες άλλες είναι εντελώς έτσι. πάντα όμως το απόγευμα της κυριακής σου χαμογελάει με το δικό του διεστραμμένο τρόπο. σου φτιάχνει καφέ και σου στρίβει τσιγάρο. σε κερνάει φίλους γύρω από ένα τραπέζι με κόκκινο κρασί και γέλια. μεταμορφώνεται σε νοσοκόμα και σε γιατρεύει από την αλκοολοποσία του προηγούμενου βραδιού. σου προτείνει να ακούσεις καινούργια τραγούδια και πατάει πλέι στις αγαπημένες σου πλέιλιστ. κάθεται δίπλα σου και ακουμπάει στον ωμο σου. καταβάλλει προσπάθειες να εμποδίσει το βράδυ που περιμένει στη γωνία χαμογελώντας χαιρέκακα και σου ζωγραφίζει όνειρα πάνω στα ρούχα και το δέρμα σου. σε προσκαλεί για μια βόλτα στην πόλη και όταν δεν έχεις όρεξη σου διαβάζει ποιήματα. ξαπλώνει μαζί σου πάνω στη φλοκάτη και σου χτενίζει τα μαλλιά για να είσαι όμορφος. σε τυλίγει με ένα κασκόλ για να μη φοβάσαι και σου διηγείται ιστορίες από τα νεανικά του ταξίδια. και αν του θυμώσεις καμιά φορά δεν σου κρατάει κακία. σου κλείνει το μάτι με νόημα και φεύγει προς την κουζίνα.

6. TO (LIVE IN A) DREAM







εδώ


και εδώ επίσης

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

5. ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ


το φθινόπωρο έρχεται και κουλουριάζεται στην αγκαλιά σου, τυλίγεται στο λαιμό σου και σε χαϊδεύει με την ανάσα του. το νιώθεις, το χρειάζεσαι, έχεις ανάγκη ένα χάδι να φτιάξει γύρω σου ένα κουκούλι και εσύ να μεταμορφωθείς σε ένα μικρό έμβρυο μέσα του και απο εκεί να βλέπεις τις στάλες της βροχής να σου ψιθυρίζουν τραγούδια ζεστά. το φθινόπωρο τα ξενύχτια έχουν άλλη γεύση, αυτή της απρόσωπης προσμονής. τα κορίτσια αυτήν την εποχή είναι πολύ πιο γλυκά (σαν το μούστο ένα πράγμα) και οι άδειες αγκαλιές πιο θελκτικές. η εποχή του άγριου ξεφαντώματος (του ποιού;) εχει παρέλθει ανεπιστρεπτεί και τώρα πια κοιτάς το τζάκι (ναι, κανε όνειρα) σχεδόν ερωτικά. τα βιβλία δίπλα στο κρεβάτι, κάτω στο πάτωμα, ξεφυσάνε ανακουφισμένα και τινάζουνε χαρωπά τη σκόνη από πάνω τους. το φθινόπωρο βρέχει (και αν βρέχει και στην καρδιά σου δεν πειράζει, δεν θα σε κατηγορήσει κανείς), οι δρόμοι ξεπλένονται και μαζί με αυτούς και οι ψυχές, ας είναι, ένα ντουζάκι δεν έβλαψε ποτέ κανένα. τα φύλλα των δέντρων σε παρακολουθούν κάνοντας τον κινέζο, περνούν ξυστά από το αυτί σου και σου μιλάνε σε μια γλώσσα ακαταλαβίστικη, κοιτάς γύρω σου να δεις ποιος σου μίλησε, μάταια.

το φθινόπωρο είναι η εποχή που. το φθινόπωρο είναι η εποχή που. το φθινόπωρο είναι η εποχή που. το φθινόπωρο είναι η εποχή που. .................................... ... ... .. .

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

4. THAT SOUND


τη στιγμή που η βελόνα ακουμπάει πάνω στο δίσκο και ακούγεται ο χαρακτηριστικός ήχος, η ατμόσφαιρα ηλεκτρίζεται στην αναμονή της πρώτης νότας. ξέρεις ότι έφτασε η ώρα για ησυχία και ακρόαση. είναι μια μαγική στιγμή αυτή, που δεν συγκρίνεται σε καμία περίπτωση με αντίστοιχο άκουσμα σε εμπιθρι, σιντι, κτλ. οι νότες διαδέχονται η μία την άλλη και εναρμονίζονται απόλυτα, κατά ένα περίεργο τρόπο, με τους ήχους που δημιουργούνται από το γλίστρυμα της βελόνας πάνω στις ράγες του βινυλίου. δεν υπάρχει τίποτα το ενοχλητικό σε αυτό το άκουσμα. ο δίσκος λικνύζεται ελαφρά, σαν να χορεύει συμμετέχοντας στην μελωδική παρέλαση. όσο πιο παλιός, τόσο καλύτερα.

Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

3. ΦΙΛΟΙ


χοντρός και λιγνός, άμποτ και κοστέλο, μπόλεκ και λόλεκ, αυτοί οι δύο, τρίο στούντζες, αδερφοί μαρξ (και να μην ήταν αδέρφια φίλοι θα ήταν σίγουρα).

οι φίλοι υπάρχουν. για να σου παραστέκονται. για να σου προσφέρουν απλόχερα ένα χέρι ξύλο όταν οι περιστάσεις το απαιτούν. για να κλαίς στον ώμο τους. για να σου ρίχνουν μπουκέτα στη μάπα. για να πίνετε μια (δύο, πέντε, κτλ) μπύρα στο λιμάνι και να (αμπελο)φιλοσοφείτε. για να συναντιέστε μια φορά το χρόνο και να μη χρειάζεται πιο συχνά. για να δημιουργείς μαζί τους. για να μεθάς μαζί τους. για να γελάς. για να παίζεις μια παρτίδα σκάκι. για να τους βάζεις να πιουν περίεργους χυμούς. για να ταξιδεύεις (κανονικά ή στη φαντασία σου) μαζί τους. για να τους στέλνεις ένα ες εμ ες, ένα μέηλ και να μην περιμένεις απάντηση. για να ανταλάσσετε δυο λέξεις και να νιώθεις ότι αναλύσατε τους αθλίους του βίκτορος ουγκό. για να επικοινωνείτε με ένα βλέμμα. για να κάθεστε στο ίδιο τραπέζι, να μην έχετε πει κουβέντα για δεκαεφτά(17) ώρες και να νιώθεις ο πιο κοινωνικός άνθρωπος στον κόσμο. για να τους συμβουλεύεις και να σε συμβουλεύουν. για να τους διορθώνεις και να σε διορθώνουν. για να τους αγαπάς και να σε αγαπούν.

άντρες γυναίκες, δεν έχει σημασία. τυχερός όποιος έχει φίλους που ανήκουν και στα τρία φύλα. η πραγματική φιλία δεν κωλώνει σε ένα τρυφερό χάδι, ούτε σαστίζει σε μια γλυκιά ματιά.

δεν είναι πολλοί. για την ακρίβεια είναι ελάχιστοι. αλλά είναι φίλοι. και κάποιοι (ω καιροί, ω ήθη, κτλ) e-φίλοι. αλλά όλοι φίλοι.

Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010

2. ΝΑΪΤ ΦΙΒΕΡ


η νύχτα αλλάζει εντελώς ανάλογα με την εποχή. τα καλοκαίρια γίνεται υγρή και ζεστή, σε προσκαλεί για ένα (δύο, πέντε, δώδεκα, έχει την ανάλογη σημασία ο αριθμός) ποτό στο μπαλκόνι, σε μια ακροθαλασσιά, σε κάποιο τραπεζάκι έξω. βουτάει στο ποτήρι (μπουκάλι) επιδιώκοντας να φτάσει μέχρι τον πυθμένα για να αναδυθεί προσφέροντάς σου δώρα μαγικά. το φθινόπωρο σε γεμίζει υποσχέσεις και επιθυμίες, ακούει τις δικές σου και κρυφογελάει κοροϊδευτικά χτυπώντας σε στην πλάτη συγκαταβατικά (ενίοτε γελάει μέσα στα μούτρα σου), συμπαραστέκεται στις αγωνίες και το άγχος σου, τρυπώνει από τη μισάνοιχτη μπαλκονόπορτα στο δωμάτιο για ένα τελευταίο τσιγάρο μαζί σου πριν την κλείσεις και μείνει έξω στο αγιάζι, γίνεται επιστήθια φίλη με τη βροχή και σε χειροκροτάει. τον χειμώνα αποζητά μια αγκαλιά σου, να χουχουλιάσει πάνω στο στήθος σου και ένα ποτήρι (μπουκάλι) κόκκινο κρασί να ζαλίσει με τις αναθυμιάσεις του τα κοινά όνειρά σας. φοράει τα γιορτινά της και στολίζεται με λάμπες νέον και κεριά, γίνεται σύντροφος στην αναζήτηση ενός αγγίγματος από αυτά που κάνουν το διάφραγμα να πάλλεται. η άνοιξη την βρίσκει μπερδεμένη, αναποφάσιστη, μα και γλυκιά και γεμάτη προσμονή, έτοιμη για νέες αλητείες και πρόθυμη για μεγάλες συγκινήσεις.

τη νύχτα ονειρεύεσαι, τη νύχτα αυτοσχεδιάζεις, τη νύχτα κάνεις αυτοκριτική, τη νύχτα βολτάρεις στους δρόμους, σε μαγαζιά -μέχρι πρώτινος- γεμάτα με καπνούς -αλλά ακόμα- γεμάτα με ανάσες, στον εγκέφαλο και στα σωθικά σου. τη νύχτα γελάς χωρίς έγνοιες, τραγουδάς, χορεύεις, αγκαλιάζεις, αισθάνεσαι, ριγείς, βουρκώνεις, ενθουσιάζεσαι, μεθάς, γαμιέσαι, ερωτεύεσαι, θυμάσαι, ψυχορραγείς, ξεχνάς.

η νύχτα έχει το σκοτάδι αλλά έχει και το δικό της φως. αυτό το φως που δεν είναι για όλους. που φωτίζει ψυχές μοναχικές, παρέες περίεργες, χαρακτήρες αλλοπρόσαλους, ανθρώπους τρυφερούς, φιλίες μοναδικές, έρωτες παθιασμένους. η νύχτα στρώνει τη φλοκάτη με τα αστέρια και στέλνει το φεγγάρι κάτω από το μαξιλάρι.

η νύχτα είναι μάνα μας. εκτός από τη μάνα μας κανείς δεν μας θυμάται.



η μέρα φωτίζει τους πάντες.
η νύχτα λιγότερους.
(που λέει και ο φίλος μου εκεί στα δεξιά)

Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

1. TO ACT


μια κυριακή πρωί βρέθηκα σε ένα υπόγειο μαζί με άλλα 11 άτομα να χτυπιέμαι στα πατώματα, να χοροπηδάω ακούσια, να αγγίζω σώματα ιδρωμένα, να ιχνηλατώ συμπεριφορές. έκτοτε, χάνομαι μέσα σε αλήθειες και ψέμματα, σε διαταγές και σε αστεία, σε δυνατές φωνές και σε έντονες σιωπές, σε ακράτητα γέλια και σε βουβά κλάματα, σε συγκινησιακές παρορμήσεις και σε ανυπόφορες αδυναμίες. μούσκεψα άπειρα τι σερτς, κυλίστηκα εκατομύρια φορές σαν μωρό παιδί και σαν ογδοντάχρονος, γνώρισα πολλά και διαφορετικά σώματα (μαζί με αυτά και το δικό μου), σημαδεύτηκα από ουλές, μύρισα ιδρώτες και θέλω. βρέθηκα σε σκοτεινά δωμάτια να παλεύω με το εγώ μου, πέταξα πάνω από πανέμορφα μέρη, αποχαιρέτισα άπιστες γυναίκες και καρδιακούς φίλους, πολέμησα άγριες φυλές σε απέραντα λιβάδια και αντιμετώπισα στυγνούς εγκληματίες στα σκοτεινά σοκάκια μεγαλουπόλεων, βρέθηκα στην προβλήτα ενός λιμανιού να ξερνάω υποσχέσεις και αντίο σε μια αγαπημένη, αγάπησα αμείλικτα, σκότωσα από αγάπη. μια φορά, μάλιστα, ταξίδεψα μέχρι το κέντρο της γης.

χάθηκα μέσα σε λόγια ανθρώπων γραμμένα για ανθρώπους, βυθίστηκα στις λέξεις τους, έκανα μακροβούτια στην ψυχή μου, δοκίμασα τη φαντασία μου, κυνήγησα κρυφά μηνύματα, πάλεψα με τις αδυναμίες και τις επιθυμίες μου, μπήκα σε κόσμους μαγικούς, έκανα πράγματα που δεν θα μπορούσα να κάνω ποτέ, ανακάλυψα πτυχές άγνωστες και καλά κρυμένες.

αμέτρητες φορές προσγειώθηκα ανώμαλα, ηλίθιες καταστάσεις με γειώσαν σε κατώτερο επίπεδο, τρεις φορές αρνήθηκα να πάω.

αγάπησα ανθρώπους, σιχάθηκα συμπεριφορές, συζήτησα, μέθυσα, προσπάθησα να βρω απαντήσεις, έκλαψα στο δρόμο της επιστροφής για το σπίτι, συν-κινήθηκα, ένιωσα το αίμα μου να βράζει, μαύρισα, έφτασα αρκετά κοντά στην ευτυχία.






και θέλω να ελπίζω πως το ταξίδι μόλις άρχισε.

Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2010


το βάδισμά της κοριτσίστικο, τα χέρια να κινούνται αέρινα, τα μαλλιά πιασμένα ψηλά και να ανεμίζουν οι άκρες, οι κινήσεις όλο χάρη, ο καπνός να εκπνέεται με χαμόγελο, το σώμα να στροβιλίζεται με οδηγό τη μουσική διατάζοντας το βλέμμα να ακολουθεί την κάθε κίνησή του, δεν μπορείς παρά να υπακούσεις.




βιολάκι γαμημένο..

(που λέει και μια ψυχή)

Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2010



τις ώρες της αϋπνίας




συνήθως πάω για ύπνο.





Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

το παιδάκι που παίζει σαξόφωνο επιμένει ακόμα, εδώ και ενάμιση μήνα, να διαγράφεται πάνω στο φεγγάρι.



περίεργο..



δεν κουράστηκε να παίζει;



(βλαμμένο..)

Κυριακή 22 Αυγούστου 2010


το τέλος του καλοκαιριού είναι αυτό το συναίσθημα που σου δημιουργείται όταν έχεις αγοράσει χύμα παγωτό χωνάκι και εκεί που περπατάς και το απολαμβάνεις αργά, κάτι γίνεται, κάποιος πέφτει επάνω σου ή σκοντάφτεις, με αποτέλεσμα οι μπάλες του παγωτού να βρεθούν στο έδαφος και εσύ με το σκέτο χωνάκι στο χέρι. αυτή η αισθηση του "δεν πρόλαβα γαμώτο!!". βέβαια, παγωτό μπορείς να ξαναπάρεις (αν έχεις φράγκα). άλλο καλοκαίρι όμως δεν μπορείς (ακόμα και αν έχεις φράγκα). ήδη την έχει κάνει για άλλα μέρη πιο ζεστά. έχουν περάσει μερικά χρόνια από τότε που κάποιο καλοκαίρι άφησε τα σημάδια του πάνω μου. έκτοτε μόνο προσδοκίες, όνειρα και θολές υποσχέσεις τις ζεστές νύχτες. και ένας κλόουν που θέλει να μάθει περίτεχνα ακροβατικά και προσπαθεί, ταλαιπωρώντας ένα χαλασμένο ακορντεόν και φορώντας αστείες γκριμάτσες, να κρατήσει το κοινό που φεύγει στη θέση του. ο ήλιος πια δεν ενοχλεί τις γρύλιες τα απογεύματα και ο ανεμιστήρας κρυφοκοιτάει με προσμονή το κουτί του. δεν ξέρω πια αν κάποια πράγματα μπορούν να αλλάξουν ή αν θέλουν να αλλάξουν. ξέρω όμως σίγουρα πως τα κυριακάτικα χειμωνιάτικα σουρουπώματα (ωραία λέξη) τα όνειρα θα εξακολουθούν να πετάνε πάνω από το κεφάλι, να γαντζώνονται στους τοίχους, να εκτελούν μακροβούτια στα ποτήρια τα γεμάτα με κόκκινο κρασί, να κάνουν άλματα μέσα από τα δαχτυλίδια καπνού, να κρύβονται μέσα στα μαλλιά και να τρυπώνουν μέσα στα ρούχα αφήνοντας ίχνη πάνω στο δέρμα. σημάδι ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει. ή ίσως και ότι τίποτα δεν είναι όπως ήταν.

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2010


οι καλοκαιρινές αϋπνίες μοιάζουν με μια ταραντέλλα. ξεσπούν ξαφνικά και απροειδοποίητα. ιδρώνουν και ωθούν χέρια και πόδια σε νευρικές, απότομες κινήσεις. μιλάνε γρήγορα και ακατάπαυστα μια γλώσσα ακατανόητη, ίσα που προλαβαίνεις να αρπάξεις μια λέξη στον αέρα να τη σφηνώσεις σε μια χαραμάδα του κρανίου μήπως και την καταφέρεις να σου πει ένα παραμύθι, μια ιστορία από αυτές που (δεν) σου λέγανε όταν ήσουν μικρό παιδί να σε νανουρίσει γλυκά. σε τραβάνε από το μανίκι να χορέψεις στο ρυθμό τους, να εκστασιαστείς στην παραζάλη τους. και στο τέλος σε αφήνουν πάνω στην πίστα, μισό, ανολοκλήρωτο να ζητάς κι άλλο.

Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010

ELEGY FOR THE UNKNOWN GIRL


πειράζει;

τη μυρωδιά αποζητώ αυτή που στέλνει ακαριαία ένα τσίμπημα στο αριστερό μέρος του στήθους και βουρκώνουν οι πόροι του δέρματος. ένα άγγιγμα να εκτοξευτεί το μυαλό σε εκβολές ποταμών που ευωδιάζουν αγριοκέρασα καθώς το νερό συναντά με ορμή το ανοιχτό πέλαγος των αισθήσεων. το χάδι που επαναλαμβάνεται από επιθυμία και όχι από κανονικές διεργασίες διεκπεραίωσης απλών σχέσεων. να ουρλιάζουν τα χέρια και να τοξεύουν τα μάτια.

πειράζει;

κίτρινη η ανάσα που δεν συμπίπτει και βρώμικη. καθολική η ανυπαρξία του μοναχικού τσιγάρου βεβιασμένα στριμωγμένου ανάμεσα σε νότες που ηχούν για ένα μόνο ζευγάρι αυτιών.

πειράζει;

η γεύση της μπύρας μου να σμίξει με τη δική σου σε ένα χαρμάνι πλούσιο σε γευστικούς υδρατμούς. να τρελλαίνεται το μυαλό και το διάφραγμα να εκτελεί ελεύθερη πτώση σε μια άβυσσο ανεξέλεγκτη. να γαληνεύει η ολότητα κουλουριασμένη στη φωλιά αυτή που λες και δημιουργήθηκε από χέρι κάποιου θεού από αυτούς που υπάρχουν για να πιστεύουμε εμείς οι κυνικοί. και σε μια καμάρα να βυθίζονται νωχελικά οι αισθήσεις γιατί η άκρη του κόσμου δεν βρίσκεται εκεί που μας μάθανε.

πειράζει;

που επιμένω να ονειρεύομαι άσπρες φάλαινες και τσιγγάνικα καραβάνια, απύθμενους βυθούς και απέθαντα σουπερνόβα, κοράλια να φυτρώνουν στα μπαλκόνια και πεταλούδες να ακτινοβολούν στα μάτια;

πειράζει που σε θέλω; και ας μη σε γνώρισα. και ας μη με κράτησες αγκαλιά. και ας μη μπλεχτήκαν τα μαλλιά μας στο καλοκαιρινό αεράκι. και ας μη σε συνάντησα καν.

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010


ένα καράβι.

ναι αυτό. είμαι ένα καράβι. ιστιοφόρο.

πάνω σε εμένα βρίσκουν καταφύγιο αυτοί που δεν υπάρχουν. αυτοί που ψάχνουνε συνεχώς για άσπρες φάλαινες και πειρατές φαντάσματα. αυτοί που τα βράδια μιλάνε με τα αστέρια και τα κερνάνε ρούμι αιώνων αλιευμένο από κουφάρια ναυαγίων. αυτοί που το χάραμα τους βρίσκει στο κατάστρωμα αποκαμωμένους από τα νυχτερινά τους ταξίδια, φοβισμένους στη θέα των χρωμάτων της ανατολής. αυτοί που κάθε πρωί αντικρύζουν τα δίχτυα τους άδεια όπως τα ρίξανε, χωρίς ούτε καν μια τρύπα, ένα σκίσιμο. αυτοί που επιμένουν στις επιθυμίες τους. στα κατάρτια μου ξαποστένουν πουλιά θαλασσινά που αρνήθηκαν τη μετανάστευση και απόμειναν μόνα να ατενίζουν τον ορίζοντα νοσταλγικά. στο αμπάρι μου κοιμούνται σκλάβοι που δεν επαναστάτησαν και κάθε μέρα φροντίζουν και περιποιούνται τα κουπιά. το μαστίγιο κρέμεται φρεσκοπλυμένο περιμένοντας.

είμαι ένα καράβι. ιστιοφόρο. αρνούμαι πεισματικά να σηκώσω την σκουριασμένη μου άγκυρα από το λασπωμένο βυθό του λιμανιού. όχι ακόμα. όχι πριν μαζέψω το κατάλληλο πλήρωμα. όχι πριν φυσήξει ο κατάλληλος άνεμος. θα περιμένω. μπορώ να περιμένω.

Σάββατο 31 Ιουλίου 2010

5:47 πμ.

τέτοιες ώρες νιώθω πολύ ευάλωτος. όταν χαράζει.

δεν πειράζει όμως. αυτές οι μέρες με δωδεκανησιακή θάλασσα και ήλιο και αλάτι 12 ημερών πάνω στο δέρμα και ώρες ενατένισης του νυχτερινού ουρανού ξαπλωμένος στην αιώρα με τα αγριοκούνελα να κόβουν βόλτες ανέμελα και τα τζιτζίκια να κάνουν βουτιές στα μπουκάλια μπύρας, ήταν καταλυτικές (ελπίζω).

στόχος τα θέλω.

ήρθε η ώρα. βουτάω και κουνάω τα πτερύγιά μου αποφασιστικά. δεν υπάρχουν πετονιές με αγκίστρια και δίχτυα να κλείνουν τις εξόδους ασφυκτικά. ένα κοχύλι αλιευμένο από το βυθό για συντροφιά.

6:00 πμ.

είμαι καλά.

επέστρεψα...

Τρίτη 22 Ιουνίου 2010




gone fishing




no posts for a while (....?)

Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010

Τετάρτη 9 Ιουνίου 2010


να γίνω μικρός

πολύ μικρός

ένα τόσο δα σποράκι

να κρυφτώ μέσα στο χώμα

βαθιά

μέσα στο σκοτάδι

να κλείσω τα μάτια μου

να μη νιώθω τίποτα

ησυχία

ηρεμία

ακινησία και αναμονή

να περάσουν από πάνω μου οι εποχές

να μη μου αφήσουν σημάδια

ορατά

και μια εποχή

μια υποτιθέμενη άνοιξη

που δεν θα είναι απαραίτητα άνοιξη

όταν ωριμάσω

να αναδυθώ

και να αντικρύσω τον ήλιο

κατάματα

να αναμετρηθώ μαζί του

σώμα με σώμα

γιατί θα μπορώ

Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

-ΑΝΤΑ (and still teen.. how sad..)




δεν κατάλαβα πως βρέθηκα εκεί. δεν θυμάμαι να ανέβηκα σε κάποιο μεταφορικό μέσο. δεν πέρασα κάποιο τσεκ ιν, δεν έκανα ρόουντ τρίπινγκ, δεν έχω ανάμνηση από τοπία να τρέχουν έξω από το παράθυρό μου και να πίνω φτηνό καφέ στο μέσο της αμαξοστοιχίας, και εννοείται πως δεν κολύμπησα τόση απόσταση. το σίγουρο είναι πως βρισκόμουνα εκεί. είχε χιόνι. είχε έναν ουρανό παράξενο. είχε όμορφα σπιτάκια με κεραμίδια. είχε όμορφα τρένα. τις ελάχιστες ώρες που δεν ήταν νύχτα κοιμόμουν. παντού επικρατούσε ένα ημίφως γοητευτικότατο. είδα το βόρειο σέλας σε όλο το μεγαλείο του. ήπια καφέ δίπλα σε ένα ποτάμι παρακολουθώντας τον σαγηνευτικό χορό των νιφάδων. όταν νύχτωνε - θεωρητικά, γιατί πρακτικά το ηλιοβασίλεμα άρχιζε από το πρωί - τα φώτα της μικρής πόλης παίζανε εκπληκτικά με τις σκιές των λιγοστών ανθρώπων πάνω στο άσπρο χώμα και ένα τεράστιο ρολόι δίπλα σε έναν ακόμα πιο τεράστιο χάρτη ταξιδεύανε το μυαλό σε μακρινές διαστάσεις. όλα εκεί ήταν φιλόξενα για κάποιον ακαθόριστο λόγο. τα γυμνά από φύλλωσιά αλλά γεμάτα με μπουμπούκια έτοιμα να ξεπεταχτούν δέντρα, η παρέα των αντρών που τραγουδούσε δίπλα στη σόμπα, οι άδειοι μα ζεστοί δρόμοι, το γεφύρι στο μονοπάτι, τα ξύλια παγκάκια στην αλάνα, η φίλη μου με τα μαλλιά της να προβάλουν ακανόνιστα κάτω από την τραγιάσκα στο κεφάλι της. θέλησα να μείνω εκεί για πάντα.



και μετά ο πρωινός ήλιος να μπερδεύεται με τα σύννεφα. και ένα κενό στο στομάχι να φωνάζει πως μια νέα δεκαετία αρχίζει. και ύστερα λέξεις αφιερωμένες, να θυμίζουν πως κάποιοι αγαπάνε τους ανθρώπους για αυτό που είναι.

σε ευχαριστώ γλυκιά ύπαρξη για τα όμορφα λόγια..

"Τον γνώρισα ένα βράδυ καθώς κοίταξα αρκετά ψηλότερα απο την ευθεία των δικών μου ματιών. Παρατήρησα ένα ντροπαλό χαμόγελο και δύο καλοσυνάτα μάτια. Κάθισα μαζί του αρκετές ώρες. Αρκετός καιρός για να γίνει ένας απο τους ανθρώπους που αγαπώ πολύ. Μιλήσαμε για λίγα πράγματα. Μία άλλη φορά βρεθήκαμε σε ένα πεζούλι ενώ έβρεχε. Καπνίσαμε παρέα και μιλήσαμε για αυτά που μας πονούν. Ακόμα μία φορά βρεθήκαμε να περπατάμε δίπλα δίπλα μην λέγοντας κάτι σοβαρό. Απλά γελούσαμε. Είναι ωραίο να βλέπεις τα χέρια του να ανεβοκατεβαίνουν στις χορδές τις κιθάρας. Έχει και ωραία μακριά μαλλιά. Θέλει να γυρίσει όλο τον κόσμο. Αγαπάει το θέατρο και κάτι περίεργα χρωματιστά ρούχα. Στρίβει το τσιγάρο με μεγάλη προσοχή. Μπορεί να γίνει ο αγαπημένος φίλος όλων όσων ξέρω. Αν ήταν εποχή θα ήταν φθινόπωρο, αν ήταν ημέρα θα ήταν Πέμπτη και αν ήταν ώρα θα ήταν επτά το απόγευμα. Γελάει σαν παιδί και δεν ξέρει τι θα κάνει αύριο ή μετά. Αρκείται στο τώρα και αυτό του το αναγνωρίζω ως μέγα προτέρημα. Ξέρει τι θα πει αγάπη άνευ όρων και έχει δώσει πολλά για αυτή. Σέβεται την ελευθερία και την ευτυχία των άλλων. Είναι άνθρωπος καλός με όλη τη σημασία της λέξης. Είμαι τυχερή που τον γνωρίζω και ας βρισκόμαστε λίγο και αραιά. Αγαπιόμαστε όμως. Έχουμε ανταλλάξει κομμάτια και στρατόπεδα. Στον πιό γλυκό άνθρωπο που ξέρω. Που σήμερα κλείνει τα τριάντα. Που τον θυμάμαι να σιγοτραγουδάει αυτό και εγώ με τη σειρά μου του το αφιερώνω."

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010

εσύ και εγώ. μόνοι στο δωμάτιο με το ημίφως να παίζει περίεργα παιχνίδια. το βλέμμα σου θολό και απαιτητικό ταυτόχρονα. στέκομαι στην πόρτα και σε παρατηρώ. μου γυρνάς την πλάτη και προχωράς μερικά βήματα. το περπάτημά σου κολασμένο. φοράς ένα απαλό νυχτικό που αφήνει να διαγράφεται κάθε πτυχή και καμπύλη του κορμιού σου. θέλω να ορμήξω πάνω σου. μα αντιστέκομαι σθεναρά στην επιθυμία μου αυτή. θέλω να παίξω μαζί σου. και να παίξεις και εσύ. γυρίζεις το κεφάλι σου και μου ρίχνεις ένα από αυτά τα φλογερά βλέμματά σου. κάθεσαι στην άκρη του κρεβατιού και αρχίζεις να γλιστράς απαλά πάνω στα σεντόνια. οι κινήσεις σου απαιτούν να πάω κοντά σου. σε πλησιάζω και αισθάνομαι το σώμα σου να καίει από πόθο. νιώθω μια φωτιά που με τραβάει και κολλάω πάνω σου. εσύ αντιστέκεσαι για λίγο αδύναμα. με διώχνεις. και ταυτόχρονα κολλάς τα χείλη σου στα δικά μου. αρχίζουμε και γλειφόμαστε. οι γλώσσες μας κουλουριάζονται σαν δυο φίδια. δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά. πεινασμένοι είμαστε από την καύλα που μας έχει κυριεύσει. σε γλείφω παντού. θέλω να σε ρουφήξω ολόκληρη. να γευτώ κάθε σημείο του κορμιού σου, κάθε γεύση του δέρματός σου. βρισκόμαστε χωρίς να το καταλάβουμε γυμνοί να παλεύουμε να επικρατήσουμε ο ένας στον άλλο. δεν υπάρχει γυρισμός. ρουφάω άπληστα τις μυρωδιές που αναδύεις. μυρίζεις υπέροχα, το ξέρεις. νιώθω το αίμα σου να κοχλάζει στις φλέβες σου και το σώμα σου να ριγεί με κάθε κίνηση της γλώσσας μου. με κρατάς σφιχτά κολλημένο πάνω σου. γλείφω τις ρώγες σου και τις αισθάνομαι να σκληραίνουν μέσα στο στόμα μου. έχουμε καυλώσει και οι δύο πολύ. το χέρι σου γλιστρά στον πούτσο μου. αναριγώ. με μια σου κίνηση με σπρώχνεις και γονατίζοντας τον βάζεις στο στόμα σου. το κάνεις τόσο τέλεια αυτό. ξέρεις πως έτσι μπορείς και με ακινητοποιείς. είμαι έρμαιό σου. τον ρουφάς με άπληστη ορμή. βρίσκω το κουράγιο και σε αρπάζω. έχουμε πάρει φωτιά. πιάνω τα χέρια σου και τα δένω στα κάγκελα του κρεβατιού. με τους καρπούς σου δεμένους δεν έχεις πολλά περιθώρια. οι αναστεναγμοί σου με καυλώνουν ακόμα περισσότερο. βουτάω τη γλώσσα μου στο μουνί σου. θέλω να πιω όλα τα υγρά σου. να χύσεις στο πρόσωπό μου. τα αγκομαχητά σου μου το επιβεβαιώνουν. είσαι έτοιμη. αφήνεσαι να μπω μέσα σου. δαγκώνεις τα χείλια σου. είσαι γαμάτη. θέλω να μπω όσο πιο βαθειά γίνεται. να σου προσφέρω τη μεγαλύτερη ηδονή. αυτό θέλω. να χύνεις συνέχεια. να σε γαμάω και να χύνεις. να γαμιόμαστε χωρίς αύριο. καταφέρνεις και ελευθερώνεις τα χέρια σου. με σφίγγεις πάνω σου. πυροτεχνήματα. παντού.

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

ΝΕΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ (ή όταν δεν έχεις μάθει να μιλάς τουλάχιστον γράψε)

σε ένα δωμάτιο κατακλυσμένο από καπνούς. άνοιξε την μπαλκονόπορτα να αεριστεί θα μου έλεγες και θα είχες δίκιο. θα την ανοίξω. μα κάτσε λίγο ακόμα. λιγάκι ε; να κοιταχτούμε κατευθείαν στα μάτια. μπορεί έτσι να κατορθώσουμε να γνωριστούμε καλύτερα. και αν όχι τότε να σου μιλήσω. όσο μπορώ. όσο έχω μάθει. έστω τόσο λίγο. και μπορεί έτσι να μάθω περισσότερο. όχι να μου δείξεις εσύ. να μάθω εγώ. γιατί θέλω να μάθω. και ας είμαι μεγάλος. και ας είμαι αδρανής. τώρα που το σκέφτομαι μάλλον αναβλητικός θα έλεγα (δεν ξέρω ποιο από τα δύο είναι χειρότερο). θα κάτσεις ε; λίγο ακόμα. να μου μιλάς για διάφορα και εγώ να προσπαθώ να γεμίσω τις παύσεις. να λέμε αυτά που μας καίνε. που μας πονάνε. μισό να στρίψω ένα τσιγάρο. αυτά έχουν σημασία. ουσία. και το γέλιο σου. ναι. ναι αυτό. μη φεύγεις ακόμα. και αν ξεγυμνώνω την αδυναμία μου κάποιες φορές εσύ πάρε τα ρούχα που πέταξα και βάλτα στην ντουλάπα. καθαρά είναι. θα πάω μόνος μου να τα φορέσω. γιατί ακόμα κάνει κρύο. και ας είναι άνοιξη. φεύγεις; εντάξει. καληνύχτα.



μουσική.

Τρίτη 16 Μαρτίου 2010

σκέφτομαι


























πως δεν έχω μάθει να σκέφτομαι

Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010


θα τρώω σαλάτες γαρνιρισμένες με βαλσάμικο από φράουλα. θα ρουφάω καπνό αρωματισμένο με νότες υγρές. θα πίνω καφέδες που εκπέμπουν άπειρα σε θέλω και ποτά με γεύση αφρόλουτρο ροδάκινο. θα ακούω ιπτάμενα χαλιά σε ακουστικά γεμάτα μαρμελάδα βερύκοκο. θα μυρίζω καρδιοχτύπια έντασης που σπάει όλους τους σεισμογράφους. θα χαϊδεύω πολύχρωμα κομφετί. θα κοιτάζω ηλιοβασιλέματα στο χρώμα του κοραλένιου βυθού και θα αφουγκράζομαι ανατολές.









γιατί μπορώ.

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

TELL ME WHY I LIKE SUNDAYS - the sequel


οι κυριακές δεν ξυπνάνε αργά. ούτε νωρίς. τις αρπάζει από το αυτί ο δυνατός αέρας και μυρηκάζουν χτεσινή τροφή. ποζάρουν μπροστά σε χαλασμένες κάμερες που αντικατοπτρίζουν άσπρα είδωλα και κυνηγάνε μακρινές μυρωδιές μέσα από πιξελαρισμένες καρδιές. προσπερνάνε αδιάφορα νότες και προσποιούνται πως όλα ευωδιάζουν αγριοκέρασα. είναι βιβλία πεταμένα στο πάτωμα πανω στην άσπρη φλοκάτη και λόγια που για μια ακόμη φορά δεν σημασιοδοτήθηκαν. κερνάνε ελπίδες με άδειο πορτοφόλι. μποϋκοτάζ είναι σε προϊόντα ισχνής κατανάλωσης. δεν παίζουν με τα σκυλιά στο δρόμο, δεν βουτάνε για να μαζέψουν αχινούς. περιπαίζουν ανθρώπους για να ξεχάσουν αυτά που πρέπει. και μαζεύουν πεσμένες γλάστρες. γιατί όλα πρέπει να είναι κανονικά.

οι κυριακές είναι εντελώς ψεύτικες μέρες.

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010


να κουλουριαστώ να γίνω μια μικρή πολύ μικρή τελεία ένα μικρό σκουπιδάκι ένα ίχνος σκόνης να κρυφτώ κάπου και να μη με νοιάζουν οι δυνατοί χτύποι της καρδιάς να μη μου τρυπάει το μυαλό η απέναντι όχθη που φαντάζει απύθμενα μακριά. ένα μικρό σκουπιδάκι να ήμουνα και με τη φαντασία μου να γινόμουνα διαμαντάκι να στόλιζα περίτεχνα έναν λαιμό ή να καθρέφτιζα τη γλύκα του κόσμου όλου. μπορώ να έχω άλλη μια αγκαλιά παρακαλώ; καθημερινές αναταράξεις με ένα καλώδιο και ένα φανταστικό τσίμπημα στο αριστερό αυτί. πρωινά με μεσημεριανό γεύμα για βράδυ. σκόνη ώρα μηδέν. αργότερα γέλια και αστεία και θυμός και στεναχώρια και λόγια γλυκά. που να βρίσκεται η άκρη του κόσμου; εκεί που μπορείς να κάτσεις με τα πόδια σου να κρέμονται στο άπειρο και δέκα δάχτυλα σφιχτά τυλιγμένα για να νιώθεις ζεστασιά; σε μια υποθαλάσσια σπηλιά να βγούμε να γαργαλάμε τις δαγκάνες των πορτοκαλοκοραλί καβουριών και ένας γέρος ιππόκαμπος να μας διηγείται ιστορίες. μα μια μέρα θα κάτσω κάτω από τη βροχή μέχρι να λιώσω. και ας μην είμαι από ζάχαρη.





ευχαριστώ για τους ήχους

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

ΜΟΝΟΛΟΓΚ

- γεια μου.
- μαύρα μάτια κάναμε να με δούμε.
- τι κάνω; καλά είμαι;
- καλά. για την ακρίβεια πολύ καλά. και όμορφα. και υπέροχα.
- σώπα. λεω και δεν το καταλάβαμε..
- και λίγο δύσκολα. αλλά όμορφα δύσκολα.
- και δε μου λέω;
- τι;
- γιατί χάθηκα τόσο καιρό;
- ε, εντάξει δεν χάθηκα ακριβώς. μπαίνω στα βλογ ψιλοβλέπω τι γίνεται.
- και τι να το κάνω αυτό; γιατί δεν απαντάω στα σχόλια;
- ξέρω γω; μάλλον δεν ήμουνα σε μουντ.
- ούτε και στα ποστ στων άλλων δηλαδή δεν μπορούσα να αφήσω καμιά εξυπνάδα; τόση απαξίωση πια;
- κάνω λάθος. δεν είναι απαξίωση. απλώς έτσι ήθελα. αυτό ήθελα αυτό έκανα. να παρακολουθώ σιωπηλά. παρών στην απουσία μου.
- και τώρα τι;
- τι τι;
- τι μου τα λέω αυτά;
- ξέρω γω;
- ............ (καλά....)
- ............
- ............
- να μου πω κάτι;
- τι να μου πω; θα αρχίσω πάλι την κλάψα;
- όχι. αλλά να. ήθελα να πω κάτι.
- άντε να το πω. με έπρηξα.
- ε να. είναι που όταν φεύγω το δεξί μου πόδι αρνείται να πατήσει το γκάζι. όταν φεύγει κάτι με σπρώχνει φωνάζοντας δίπλα στο αυτί μου ΠΗΓΑΙΝΕ! όταν φεύγω το κενό γεμίζει με τα πρέπει. όταν φεύγει κάτι με σπρώχνει φωνάζοντας δίπλα στο αυτί μου ΠΗΓΑΙΝΕ! όταν φεύγω βουλιάζω στην καθημερινότητα. όταν φεύγει κάτι με σπρώχνει φωνάζοντας δίπλα στο αυτί μου ΠΗΓΑΙΝΕ! όταν φεύγω ένα φλεγόμενο πεφταστέρι διαπερνά τα σωθικά μου. όταν φεύγει κάτι με σπρώχνει φωνάζοντας δίπλα στο αυτί μου ΠΗΓΑΙΝΕ! όταν φεύγω η ανάγκη για δημιουργικότητα υποσκελίζεται από την έλλειψη δύο γλυκών ματιών και μιας ζεστής αγκαλιάς. όταν φεύγει κάτι με σπρώχνει φωνάζοντας δίπλα στο αυτί μου ΠΗΓΑΙΝΕ! όταν φεύγω το μόνο που περιμένω είναι η επόμενη φορά που θα. όταν φεύγει κάτι με σπρώχνει φωνάζοντας δίπλα στο αυτί μου ΠΗΓΑΙΝΕ!
- μάλιστα...
- τι μάλιστα;
- ε τι να μου πω; εγώ το διάλεξα έτσι.
- ναι. έχω δίκιο. αλλά ξέρω κάτι;
- τι είναι πάλι;
- όταν φεύγω θυμάμαι την μέρα που δεν θα χρειάζεται να φεύγω πια. και τότε βγαίνει ο ήλιος και πέφτει ένα ζεστό χιόνι που με τυλίγει απαλά και ο αέρας μοσχοβολάει μπισκότα φρεσκοψημένα και ζεστό καπουτσίνο με κανέλα και τα αστέρια μου χαμογελάνε και κάνω μπάνιο σε μια θάλασσα με αφρόλουτρο που μυρίζει ροδάκινο και στη γλάστρα μου φυτρώνουν πολύχρωμα ζαχαρωτά και τα όνειρα μου χαϊδεύουν τα μαλλιά.

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

ΡΩ

μαζεύω τις επιθυμίες και τους πόθους μου και τα χωράω όλα σε ένα μαύρο κορδονάκι με μια χάντρα πάνω του. κουβαλάω μαζί μου μυρωδιά τριών ημερών την οποία το νερό - ευτυχώς - δεν κατάφερε να καλύψει. φωτεινές τελείες στα παράθυρα, χρωματιστοί άνθρωποι, κοιμούνται, ξυπνάνε, διαβάζουν για τις ζωές των άλλων. η ζωή μας. εδώ. τίποτα δεν έχει σημασία πια, μόνο το μακριά. μακριά. και ο έρωτας. λέξη με ρω. ρω. το πιο γλυκό γράμμα του κόσμου. συνοδεύεται απαραιτήτως από - τουλάχιστον - χαμόγελο και προφέρεται δυνατά. με τα ηχεία στο τέρμα. όχι αυτά της έντασης. αλλά της ψυχής. αυτά τα εσωτερικά που εκπέμπουν το κουράγιο του κόσμου όλου.





και το δειλινό που θα επακολουθήσει εκείνο το πρωί, καθώς θα πίνουμε μαργαρίτες πασπαλισμένες με νότες από νούφαρα και λέξεις από χρωματιστά φουλάρια, θα κοιταχτούμε στα μάτια. και θα ξέρουμε τότε, πως αυτή η υγρή πόλη είναι δική μας.

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2010




θα διασχίζεις ένα πρωινό τον κόσμο
και θα 'ναι πιο όμορφα και από ένα όνειρο..





και τι είναι το όνειρο;


αν όχι κάτι άλλο από μια βαθύτερη προσδοκία.
από μια μυρωδιά που μένει ανεξίτηλη.
από ένα γέλιο που χαράζεται στη μνήμη.
από ένα βλέμμα που κάνει τους εφιάλτες να φαντάζουν ανέκδοτα.
από μια απόσταση πεντακοσίων τεσσάρων (504) χιλιομέτρων που εκμηδενίζεται.


αν όχι κάτι άλλο από την προσπάθεια για την γεύση όλων αυτών..